Πελαγία Χριστονάκη

Διαμεσολάβηση

Η διαμεσολάβηση είναι μία μέθοδος εξώδικης επίλυσης ιδιωτικών διαφορών, ευρέως διαδεδομένη, διεθνώς, η οποία στην Ελλάδα ρυθμίζεται από το νόμο 4640/2019.

Αποτελεί μία διαρθρωμένη αλλά και ευέλικτη διαδικασία, στην οποία δύο ή περισσότερα  μέρη, με τη βοήθεια του διαμεσολαβητή, καλόπιστα και με συναλλακτική ευθύτητα, επιχειρούν την εξώδικη επίλυσή της διαφοράς τους

◊ εκουσίως

◊ σε περιβάλλον εμπιστευτικότητας,

◊ με συμφωνία, αμοιβαία αποδεκτή και νομικά δεσμευτική,

◊ σε σύντομο χρόνο και με χαμηλό κόστος, συγκριτικά με τις δικαστικές ή άλλες διαδικασίες επίλυσης διαφορών.

Βασικά  χαρακτηριστικά της είναι ο εκούσιος και εμπιστευτικός χαρακτήρας της.

◊ Ιδιωτική αυτονομία: Τα μέρη,  προσφεύγουν στη διαμεσολάβηση, οικειοθελώς, ορίζουν διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής, έχουν τον απόλυτο έλεγχο του αποτελέσματός της και του περιεχομένου της συμφωνίας, που τυχόν επιτευχθεί, καθώς και την ευχέρεια να αποχωρήσουν από αυτήν, οποτεδήποτε, χωρίς καμία αιτιολογία ή κύρωση (opt-out model).

◊ Εμπιστευτικότητα: Κάθε πληροφορία, που σχετίζεται με τη διαδικασία ή απορρέει από αυτήν, είναι απόρρητη και εμπιστευτική. Όλοι οι συμμετέχοντες δεσμεύονται εγγράφως για την υποχρέωση τήρησης της εχεμύθειας και του απορρήτου της διαδικασίας ή/ και του αποτελέσματος. Για τον ίδιο λόγο κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης δεν τηρούνται πρακτικά.

Ο διαμεσολαβητής είναι ένα τρίτο πρόσωπο, αμερόληπτο και ουδέτερο προς τα εμπλεκόμενα μέρη, τη διαφορά και το αποτέλεσμα, ο οποίος δεν αποφασίζει και δεν επιβάλλει λύσεις για τη διευθέτηση της διαφοράς.

Έργο του διαμεσολαβητή είναι να:

◊ συντονίζει τη διαδικασία και ελέγχει την τήρηση των βασικών αρχών και των κανόνων διεξαγωγής της,

◊ διευκολύνει την επικοινωνία και τον ισότιμο διάλογο μεταξύ των μερών,

◊ διευκολύνει την διαπραγμάτευση μεταξύ των μερών, με τρόπο που να αναδεικνύονται τα συμφέροντά τους και να διευρύνονται οι προοπτικές επίλυσης της διαφοράς, προάγοντας τη δυνατότητα επίτευξης μίας συμφωνίας των μερών, αμοιβαία αποδεκτής και επωφελούς για τα συμφέροντα τους (win-win situation).

Στην Ελλάδα, ο διαμεσολαβητής πρέπει να έχει λάβει ειδική εκπαίδευση και να είναι διαπιστευμένος στο Υπουργείο Δικαιοσύνης.

Η διαμεσολαβητική διαδικασία μπορεί να αξιοποιηθεί για την εξώδικη επίλυση ενός ευρύτατου πεδίου ιδιωτικών διαφορών, εθνικές ή διασυνοριακού χαρακτήρα, για τις οποίες τα μέρη έχουν εξουσία διάθεσης, όπως, ενδεικτικά: ◊ Χρηματοοικονομικές διαφορέςΕμπορικές διαφορέςΛοιπές ιδιωτικές διαφορές

Στη διαμεσολάβηση συμμετέχουν ο διαμεσολαβητής και τα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά, τα οποία παρίστανται με τους δικηγόρους τους, υποχρεωτικά, πλην των περιπτώσεων μικροδιαφορών και των καταναλωτικών διαφορών. Ανάλογα με τη φύση και τις ιδιαιτερότητες της διαφοράς, τα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν ότι θα συνοδεύονται  και από άλλους συμβούλους τους (πχ λογιστές, φοροτεχνικούς, μηχανικούς, ψυχολόγους κ.α.).

Όχι. Η διαμεσολάβηση διέπεται από την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας των μερών και βασικό χαρακτηριστικό της είναι ο εκούσιος χαρακτήρας της. Ως εκ τούτου, τα μέρη προσφεύγουν στη διαμεσολάβηση, οικειοθελώς, ορίζουν διαμεσολαβητή κοινής αποδοχής, έχουν τον απόλυτο έλεγχο του αποτελέσματός της και του περιεχομένου της συμφωνίας, που τυχόν επιτευχθεί, καθώς και την ευχέρεια να αποχωρήσουν από αυτήν, οποτεδήποτε, χωρίς καμία αιτιολογία ή κύρωση (opt-out).

Πολλοί συγχέουν τη διαμεσολάβηση με την υποχρεωτική αρχική συνεδρία της διαμεσολάβησης (ΥΑΣΔ). Η ΥΑΣΔ καθορίζεται από το νόμο 4640/2019 (άρθρα 6 και 7), και αφορά σε κάποιες ρητά οριζόμενες κατηγορίες διαφορών, όπως οικογενειακές διαφορές ή οι υποθέσεις οικονομικού αντικειμένου άνω των 30.000 ευρώ, οι οποίες, αν κλιμακωθούν, ενδέχεται να έχουν και ιδιαίτερες, περαιτέρω κοινωνικές ή/και οικονομικές προεκτάσεις.

Για τις διαφορές αυτές - ιδανικά πριν την προσφυγή των μερών στη δικαιοσύνη ή σε κάθε περίπτωση πριν τη συζήτηση της υπόθεσης στο δικαστήριο- διαπιστευμένος διαμεσολαβητής ενημερώνει τα μέρη για τη διαμεσολάβηση και τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθέτησης της διαφοράς τους, με βάση τη φύση και τις ιδιαιτερότητές της. Μετά το πέρας της ΥΑΣΔ, τα μέρη δεν υποχρεούνται να υπάγουν την υπόθεση στη διαμεσολάβηση.

Τα μέρη έχουν τον απόλυτο έλεγχο του αποτελέσματος της διαμεσολάβησης. Οποιαδήποτε απόφασή τους, σχετικά με την επίλυση της μεταξύ τους διαφοράς, είτε θετική είτε αρνητική, είναι προϊόν της μεταξύ τους διαπραγμάτευσης και της ελεύθερης βούλησής τους.

◊ Εφόσον τα εμπλεκόμενα μέρη οδηγηθούν σε συμφωνία για την επίλυση της διαφοράς τους ή μέρους αυτής με διαμεσολάβηση, αυτή αποτυπώνεται εγγράφως, υπογράφεται από όλους τους συμμετέχοντες στη διαδικασία και είναι νομικά δεσμευτική για τα μέρη.

◊ Η διαμεσολαβητική συμφωνία για την επίλυση μιας διαφοράς είναι μία βιώσιμη συμφωνία. Περιλαμβάνει όρους αμοιβαία αποδεκτούς από τα εμπλεκόμενα μέρη και επωφελείς για τα συμφέροντα τους, ώστε, ως επί το πλείστον, τα μέρη συμμορφώνονται εκουσίως με το περιεχόμενό της.

◊ Σε περίπτωση μη εκούσιας συμμόρφωσης οιουδήποτε των μερών προς το περιεχόμενο της συμφωνίας διαμεσολάβησης, τα μέρη μπορούν να επιδιώξουν

  • - είτε την εκ νέου εξώδικη επίλυση της διαφοράς, που απορρέει από την αθέτηση της συμφωνίας,

 

  • - είτε την αναγκαστική εκτέλεση της συμφωνίας, εφόσον αυτή μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο αναγκαστικής εκτέλεσης (π.χ. χρηματικές απαιτήσεις). Στην περίπτωση αυτή, το πρακτικό της διαμεσολάβησης μπορεί να κατατεθεί στη γραμματεία του αρμοδίου δικαστηρίου και, με χαμηλό κόστος, να καταστεί τίτλος εκτελεστός, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως τίτλος εγγραφή ή εξάλειψης υποθήκης.

 

◊ Εάν τα μέρη δεν καταλήξουν σε συμφωνία για την επίλυση της διαφοράς τους, συντάσσεται πρακτικό μη επιτυχούς έκβασης της διαμεσολάβησης, το οποίο υπογράφουν όλοι οι συμμετέχοντες ή και μόνο ο διαμεσολαβητής.

Τα πλεονεκτήματα της διαμεσολάβησης, έναντι άλλων διαδικασιών επίλυσης διαφορών, όπως και τα οφέλη που τα εμπλεκόμενα μέρη αποκομίζουν από την επιλογή της είναι πολλά:

◊ η δομή και η ευελιξία της διαδικασίας, η οποία υποστηρίζεται από ειδικά εκπαιδευμένο διαμεσολαβητή, με ουδετερότητα και αμεροληψία

◊ ο εκούσιος και εμπιστευτικός χαρακτήρας της διαδικασίας και του αποτελέσματος, που εξαρτάται αποκλειστικά από τα ίδια τα μέρη

◊ η ισότιμη επικοινωνία μεταξύ των εμπλεκομένων μερών

◊ η δημιουργική διαπραγμάτευση των μερών, με τρόπο που διευρύνει τις δυνατότητες για την επίτευξη συμφωνιών, με αμοιβαία οφέλη για τα συμφέροντά τους (win-win situation),

◊ η βιωσιμότητα και η νομική δεσμευτικότητα των συμφωνιών, που προκύπτουν από αυτήν,

◊ ο σύντομος χρόνος και το χαμηλό κόστος διεξαγωγής της, σε σύγκριση με τις δικαστικές ή διαιτητικές διαδικασίες,

◊ η αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ των μερών και η δυνατότητα αποκατάστασης ή/και διατήρησης των βιοτικών και συναλλακτικών σχέσεών τους στο μέλλον.

Σε κάθε περίπτωση, εάν τα μέρη δεν επιλύσουν τη διαφορά με τη διαμεσολάβηση δεν χάνουν το δικαίωμά τους για προσφυγή στη δικαιοσύνη ή σε άλλη διαδικασία επίλυσης διαφορών.

Τα μέρη μπορούν να προσφύγουν στη διαμεσολάβηση, είτε πριν την προσφυγή τους στη δικαιοσύνη είτε μετά την εκκρεμοδικία και σε οποιοδήποτε στάδιο της.

Ιδανικά, συνιστάται η αναζήτηση διαμεσολαβητικής διευθέτησης μίας διαφοράς, πριν ξεκινήσουν οι δικαστικές ενέργειες μεταξύ των εμπλεκομένων μερών. Σε αυτό το χρονικό σημείο η διαμεσολάβηση μπορεί να είναι επωφελέστερη για τα μέρη και την αμοιβαία ικανοποίηση των συμφερόντων τους, αφού αποτρέπει την κλιμάκωση της έντασης, που συνδέεται με τη διαφορά, και απομακρύνει  το ενδεχόμενο διάρρηξης των μεταξύ τους σχέσεων.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και μετά την εκκρεμοδικία, η διαμεσολάβηση μπορεί να συμβάλει ουσιαστικά στην αποφόρτιση της έντασης από τη δικαστική διένεξη, στη βελτίωση της επικοινωνίας των μερών και στην ανάδειξη των αμοιβαίων συμφερόντων τους, διευρύνοντας τα περιθώρια για εξώδικη επίλυση της διαφοράς και διατήρηση της βιοτικής, συναλλακτικής σχέσης των μερών στο μέλλον.

Για την προσφυγή σας στη διαμεσολάβηση απαιτείται κοινή συμφωνία των μερών. Εφόσον συμφωνήσετε με το άλλο ή τα άλλα μέρη να υπαγάγετε την υπόθεσή σας σε διαμεσολάβηση, θα πρέπει να συμφωνήσετε και για το πρόσωπο του διαμεσολαβητή. Εάν επιθυμείτε την προσφυγή σας σε διαμεσολάβηση αλλά δεν υπάρχει σχετική συμφωνία με το άλλο μέρος, μπορείτε να απευθυνθείτε σε διαμεσολαβητή της επιλογής σας και να του αναθέσετε να διερευνήσει εάν η άλλη πλευρά συμφωνεί η διαφορά να υπαχθεί σε διαμεσολάβηση, ώστε να επιχειρηθεί η εξώδικη επίλυση της διαφοράς, με τη συνδρομή του. Εάν αναζητάτε υπηρεσίες διαμεσολαβητή ή επιθυμείτε να μάθετε περισσότερα, επικοινωνήστε μαζί μας.